Λεξικό Όρων
 

Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Τ | Υ | Φ | Χ | Ψ | Ω

 

A

Αβαθής:  αυτός που δεν έχει βάθος, ο ρηχός "τα αβαθή" = τα σημεία της θάλασσας στα οποία δεν είναι δυνατή η διέλευση των πλοίων λόγω της ύπαρξης υφάλων.

Αβιοτικές πηγές: Οι απαραίτητες για τους ζωντανούς οργανισμούς προμήθειες σε ενέργεια και ανόργανα υλικά.

Αβιοτικοί παράγοντες: Το σύνολο των αβιοτικών πηγών και των περιβαλλοντικών συνθηκών μιας περιοχής, οι παράγοντες αυτοί που δεν παρουσιάζουν το φαινόμενο της ζωής, όπως το κλίμα (πίεση, θερμοκρασία, φως, υγρασία), το έδαφος κ.α.

Ακτή: αχτή  η ζώνη επαφής μεταξύ της ξηράς και της θάλασσας, η παραλία, η ακροθαλασσιά. Αντίθ.: ανοιχτή θάλασσα, πέλαγος, ενδοχώρα.

Ακτινοβολία: Μετάδοση ενέργειας μέσω κυμάτων: ο ήλιος εκλύει ενέργεια διαφόρων μηκών κύματος όπως φως, ραδιοκύματα, ακτίνες Χ, υπεριώδη ακτινοβολία κλπ.

Αλλοίωση:   η αποσύνθεση, το σάπισμα, είναι η μεταβολή της φυσικής κατάστασης ή η αλλαγή της φυσιογνωμίας του περιβάλλοντος

Αμφίβιος:  αυτός που μπορεί να ζει στην ξηρά και στο νερό

Ανοργανοποιητές: οι μικροοργανισμοί που μετατρέπουν την οργανικοί ύλη μέσω του μεταβολισμού τους σε ανόργανη

Ανταγωνισμός: σχέση που προκύπτει μεταξύ οργανισμών όταν διεκδικούν τον ίδιο βιότοπο, την ίδια τροφή ή τον ίδιο σύντροφο

Αποικοδομητές: Μικροοργανισμοί, βακτήρια και μύκητες, που διασπούν όλες σχεδόν τις οργανικές ουσίες στη φύση, τους νεκρούς οργανισμούς και τα απορρίμματα των ζωντανών οργανισμών.

Αποψίλωση: η παντελής εξάλειψη βλάστησης σε μια περιοχή που γίνεται με ενέργειες του ανθρώπου

Ασπίδα όζοντος: Στρώμα όζοντος στην τροπόσφαιρα πάχους περίπου είκοσι χιλιομέτρων που ευθύνεται για την απορρόφηση του μεγαλύτερου τμήματος της υπεριώδους ακτινοβολίας του ήλιου που φτάνει στη Γη.

Ατμόσφαιρα: ο αέρας που περιβάλλει τη Γη και κάθε άλλο ουράνιο σώμα και συγκρατείται από το βαρυτικό πεδίο του

Αυτότροφος οργανισμός: Οργανισμός, που μετατρέπει ανόργανες ενώσεις σε οργανικές χρησιμοποιώντας ως πηγή ενέργειας, το φως (φωτο-αυτότροφος), ή τη χημική ενέργεια (χημειο-αυτότροφος).

Αυτόχθονα είδη: οι οργανισμοί που υπήρχαν  ανέκαθεν σ’ ένα βιότοπο δηλ. δημιουργήθηκαν κα εξελίχθηκαν σ’ αυτόν το βιότοπο

Β

Βένθος (το): το σύνολο των ζωικών και φυτικών οργανισμών που ζουν στον πυθμένα των θαλασσών.

Βιοκοινότητα: το σύνολο των ζωικών και φυτικών οργανισμών που ζουν "αρμονικά" (με καθορισμένες σχέσεις) μεταξύ τους σ’ ένα βιότοπο.

Βιολογική ισορροπία: η ισορροπία που υπάρχει ανάμεσα στους πληθυσμούς μιας βιοκοινότητας και που είναι καθορισμένη δηλ. δεν πρέπει να ξεπερνά κάποια όρια. Η διαταραχή της μπορεί να καταστρέψει και τη φυσική ισορροπία δηλ την ισορροπία του οικοσυστήματος.

Βιολογικός καθαρισμός: Σύνολο μεθόδων οι οποίες αποσκοπούν στη μείωση του οργανικού υλικού που περιέχεται στα λύματα, με τελικό σκοπό τη διοχέτευση στους υδάτινους αποδέκτες (λίμνες, ποτάμια ή θάλασσα) νερού με, όσο το δυνατόν, λιγότερες οργανικές ενώσεις.

Βιοτικοί παράγοντες: Το σύνολο των ζωντανών οργανισμών ενός οικοσυστήματος.

Βιότοπος: Η περιοχή στην οποία ζει ένας φυσικός πληθυσμός.

Βιωσιμότητα: η ικανότητα να ζει φυσιολογικά ένας οργανισμός

Βυθός: ο πάτος θάλασσας, λίμνης, ποταμού· π.χ. "ο βυθός εδώ είναι πεντακάθαρος" (Συνών.: πυθμένας, φούντο. Αντίθ.: επιφάνεια, αφρός)

Γ

Γεωλογία: επιστήμη που ασχολείται με την περιγραφή και τη διάταξη των εμφανίσεων των πετρωμάτων και την ιστορία τους κατά τη διαδρομή των γεωλογικών χρόνων.

Δ

Διάβρωση εδάφους: Η απομάκρυνση των στρωμάτων εδάφους από τη δράση του ανέμου, του νερού και άλλων αιτίων.

Διοξίνες: Ιδιαίτερα τοξικές ουσίες οι οποίες εκλύονται κατά την καύση των πλαστικών και κατά την αποτέφρωση των απορριμμάτων. Από τις πιο δηλητηριώδεις ουσίες πάνω στη Γη.

Ε

Ετερόθερμα: τα ζώα που δεν έχουν σταθερή θερμοκρασία του σώματός τους, αλλά παίρνουν τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος

Ευτροφισμός: Το φαινόμενο που συνοδεύει τη συσσώρευση θρεπτικών στοιχείων στα υδάτινα οικοσυστήματα και εκφράζεται με τη υπερβολική αύξηση των παραγωγών (υδρόβια φυτά και φυτοπλαγκτόν).

Η

Homo erectus: Άνθρωπος ο όρθιος. Είδος στο οποίο ταξινομούνται σκελετικά ευρήματα ανθρώπινων μορφών από τις οποίες προήλθε εξελικτικά ο σύγχρονος άνθρωπος.

Homo habilis: Το είδος στο οποίο ταξινομείται ο πρώτος άνθρωπος του γένους των Homo που εμφανίσθηκε στη Γη. Έζησε πριν από 2-2,5 εκατομμύρια χρόνια.

Homo sapiens neanderthalensis: Υποείδος του Ηomo sapiens. Το όνομά του το οφείλει στο ότι τα πρώτα σκελετικά ευρήματα ατόμων που ανήκαν στους πληθυσμούς του βρέθηκαν στην κοιλάδα Neander της Γερμανίας. Τα χαρακτηριστικά του οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ήταν περισσότερο εξελιγμένος από τον Homo erectus τον οποίο και διαδέχτηκε. Έζησε στην Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή κατά τη διάρκεια των τελευταίων παγετώνων πριν από 100.000 - 35.000 χρόνια.

Homo sapiens sapiens: Το υποείδος στο οποίο ταξινομείται ο σύγχρονος άνθρωπος. Θεωρείται ότι 35.000 χρόνια πριν οι πληθυσμοί του είχαν ήδη αντικαταστήσει πλήρως τους ανθρώπους του Νεάντερταλ και όλους τους υπόλοιπους αρχαϊκούς Homo sapiens. Οι πρώτες ανθρώπινες μορφές που ταξινομήθηκαν στους sapiens sapiens βρέθηκαν στο σπήλαιο Λεσκώ της Γαλλίας και πήραν το όνομα άνθρωποι του Κρο Μανιόν.

Θ

Θάλασσα:1. το σύνολο των αλμυρών νερών που σκεπάζουν τα επτά δέκατα της επιφάνειας της γης· π.χ. "είναι άφθονα τα ζώα της θάλασσας" (Συνών.: πέλαγο(ς), πόντος. Αντίθ.: ξηρά, στεριά, ήπειρος) 2. κάθε μεγάλο ή μικρό μέρος της παραπάνω υδάτινης έκτασης· π.χ. "Μεσόγειος θάλασσα" 3. μεγάλη ή μικρή λίμνη που έχει αλμυρό νερό· π.χ. "Νεκρά θάλασσα" 4. (συνεκδ.) το νερό της θάλασσας· π.χ. "να πλυθείς με θάλασσα" 5. η επιφάνεια της θάλασσας· π.χ. "το υποβρύχιο πλέει κάτω από τη θάλασσα" 6. (συνεκδ.) θαλασσοταραχή, τρικυμία, φουρτούνα· π.χ. "στο ταξίδι είχε θάλασσα και ταλαιπωρήθηκα". Φράσεις: "έφαγε τη θάλασσα με το κουτάλι" = πέρασε δύσκολη ζωή ως ναυτικός, "τον πήρε η θάλασσα" = τον παρέσυρε, τον έπνιξε, "τα 'κανε θάλασσα" = φέρθηκε αδέξια και απέτυχε. Παροιμ.: "κάλλιο ψωμί και στ' άχυρα, παρά ψάρια και στη θάλασσα" = προτιμότερο είναι να έχει κανείς λίγα και να ζει ήρεμα, παρά πολλά και να κινδυνεύει, "κι η θάλασσα είναι γαλανή, μα ο αγέρας τη μαυρίζει" = και ο πιο ήσυχος άνθρωπος μπορεί να εξαγριωθεί. Επίθ.: απέραντη, ανοιχτή, βαθιά, ρηχή, άγρια, μανιασμένη, αφρισμένη, ήρεμη, γαλάζια, γαληνεμένη.

Θάνατος: Η οριστική διακοπή των λειτουργιών που χαρακτηρίζουν τη ζωή ενός κυττάρου ή ενός οργανισμού.

Θερμοκηπίου φαινόμενο: Είναι το φαινόμενο που παρατηρείται όταν παγιδεύεται θερμική ενέργεια της γης, δηλ. κάποια στρώματα στην ατμόσφαιρα δεν επιτρέπουν τη διάχυση στο διάστημα της θερμικής ακτινοβολίας, έτσι αυτή ανακλάται και επιστρέφει στη γη.

Ι

Ισορροπία της φύσης: Το αποτέλεσμα, γενικά, της ιδιότητας που χαρακτηρίζει τα οικοσυστήματα να εμφανίζουν σε κάποιο βαθμό μηχανισμούς αυτορύθμισης.

Κ

Καταναλωτές: Τα ζώα γιατί ως ετερότροφοι οργανισμοί εξαρτώνται ενεργειακά είτε άμεσα είτε έμμεσα από τους παραγωγούς

Λ

Λυθρίνι: λιθρίνι (πάπυρος - Λαρούς – Μπριτάνικα), λεθρίνι νοστιμότατο ψάρι των νερών της Μεσογείου

Λύματα: τα ακάθαρτα νερά των υπόνομων και τα απόβλητα των εργοστάσιων· π.χ. "τα δηλητηριασμένα λύματα που χύνονται στο ποτάμι προκάλεσαν το θάνατο των ψαριών".

Μ

Μόλυνση: 1. το λέρωμα, το βρόμισμα, η ρύπανση· π.χ. "τα απόβλητα της χημικής βιομηχανίας, τα οποία χύνονται στο ποτάμι, προκάλεσαν τη μόλυνση" 2. η μετάδοση νοσογόνων μικρόβιων· π.χ. "δε δέθηκε αμέσως η πληγή του και έπαθε μόλυνση"

N

Νηκτό (το):το σύνολο των φυτικών και ζωικών οργανισμών που ζουν στο πέλαγος και μπορούν να κινούνται στο νερό.

Νευστόν
Μ' αυτό τον όρο αναφερόμαστε στους διάφορους υδρόβιους οργανισμούς που χρησιμοποιούν σαν τόπο διαβίωσής τους την επιφάνεια των θαλασσών

Ξ

Ξενιστής: Οργανισμός ή κύτταρο, πάνω ή μέσα στο οποίο ζει ένας άλλος οργανισμός (παράσιτο).

Ο

Όζον: στοιχείο που προκύπτει από το οξυγόνο και αποτελεί βαασικό συστατικό της οζονόσφαιρας (τμήμα της ατμόσφαιρας) Τρύπα του όζοντος: Όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την εξασθένιση της στιβάδας του όζοντος στην τροπόσφαιρα που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια κυρίως πάνω από τους πόλους.

Οζονόσφαιρα: στη στρατόσφαιρα σε ύψος 20-50 χιλιόμετρα υπάρχουν ποσότητες όζοντος με μεγαλύτερη συγκέντρωση στα 30 χιλιόμετρα. Η βιολογική της σημασία είναι τεράστια γιατί συγκρατεί τις δραστικές ακτινοβολίες

Οικολογία: Κλάδος των βιολογικών επιστημών που έχει ως αντικείμενο μελέτης τους πληθυσμούς των οργανισμών και τις αλληλεξαρτήσεις που αναπτύσσονται τόσο μεταξύ τους όσο και με το περιβάλλον στο οποίο ζουν.

Οικολογική διαδοχή: Το φαινόμενο της σταδιακής αλλαγής της σύνθεσης των βιοκοινοτήτων που χαρακτηρίζεται από αύξηση της δομικής τους πολυπλοκότητας.

Οικολογική πυραμίδα: Γραφική απεικόνιση των τροφικών σχέσεων που αναπτύσσουν οι οργανισμοί στα οικοσυστήματα

Οικοσύστημα: Σύστημα μελέτης που περιλαμβάνει το σύνολο των βιοτικών και αβιοτικών παραγόντων μιας περιοχής που βρίσκονται σε συνεχή αλληλεξάρτηση.

Όξινη βροχή: Οι κατακρημνίσεις με αυξημένη οξύτητα, λόγω της παρουσίας στον ατμοσφαιρικό αέρα οξειδίων του θείου και του αζώτου, προερχόμενων από την καύση ορυκτών καυσίμων.

Π

Παγγαία: Η υπερήπειρος που ένωνε όλες τις σχηματισμένες χερσαίες επιφάνεις της Γης. Ο κατακερματισμός της οδήγησε στο σχηματισμό των σημερινών ηπείρων.

Παραγωγοί: Οι οργανισμοί οι οποίοι μετατρέπουν απλές ανόργανες ενώσεις σε οργανικό υλικό με τη βοήθεια κάποιας εξωτερικής πηγής ενέργειας. Είναι όλοι οι φωτοσυνθετικοί και οι χημειοσυνθετικοί οργανισμοί οι οποίοι αναφέρονται και ως αυτότροφοι οργανισμοί.

Προσαρμογή: Η ανάπτυξη δομών και συμπεριφορών στους οργανισμούς που τους επιτρέπουν καλύτερες συνθήκες επιβίωσης στο περιβάλλον που ζουν.

Πέλαγος:1. είναι το σύνολο των οργανισμών που ζουν στην υγρή μάζα και διακρίνονται σε νηκτό και πλαγκτό 2.θαλάσσια έκταση που είναι μικρότερη από τη θάλασσα και τον ωκεανό· π.χ. "Αιγαίο πέλαγος" 3. (γενικά) η ανοιχτή θάλασσα

Πετρελαιοκηλίδα: η κηλίδα που επιπλέει στα νερά όταν διαφεύγει πετρέλαιο η οποία στη συνέχεια θα δημιουργήσει την πίσσα αφού πρώτα προκαλέσει μεγάλες οικολογικές καταστροφές.

Πλαγκτό (το): το σύνολο των ζωικών και φυτικών μικροοργανισμών που βρίσκονται σε παθητική κατάσταση μέσα στα θαλάσσια ή λιμνίσια νερά επειδή η κολυμβητική τους είναι μικρότερη της κινητικότητας των υδάτων.

Ρ

Ρύπανση: Κάθε μεταβολή στα ποιοτικά ή στα ποσοτικά χαρακτηριστικά του αέρα, των νερών ή του εδάφους.

Ρυπαντές: Παράγοντες που διοχετεύονται στο περιβάλλον και ευθύνονται για τη ρύπανση. Σχετίζονται με ορισμένες χημικές ουσίες ή με ακτινοβολίες.

Τ

Τροφική αλυσίδα: Η αλληλουχία των οργανισμών, καθένας από τους οποίους αποτελεί τροφή για τον επόμενο.

Τροφικό επίπεδο: Η κατάταξη των παραγωγών και των καταναλωτών σε σύνολα ανάλογα με τη θέση που καταλαμβάνουν στο τροφικό πλέγμα.

Τρύπα του όζοντος: Όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την εξασθένιση της στιβάδας του όζοντος στην τροπόσφαιρα που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια κυρίως πάνω από τους πόλους.

Υ

Υδρόβιος:αυτός που ζει και αναπτύσσεται μέσα στο νερό· π.χ. "υδρόβιοι οργανισμοί".

Υδρόσφαιρα: Το τμήμα της Γης που καλύπτεται από νερό κάθε μορφής.

Υδρόφυτα: 1. φυτά που ζουν και αναπτύσσονται μέσα στο νερό, τα υδρόβια, τα υδροχαρή φυτά 2. (με επέκτ.) τα φυτά που ευδοκιμούν σε υγρά εδάφη.

Υφαλοκρηπίδα: η εκτεταμένη λουρίδα θαλάσσιου βυθού που περιβάλλει τις ακτές ηπείρων ή νησιών, με βάθος γύρω στα 200 μέτρα.

Φ

Φαινόμενο θερμοκηπίου: Όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την παρεμπόδιση αποβολής της θερμότητας από τη Γη στο διάστημα. Οφείλεται στις αυξημένες συγκεν-τρώσεις διοξειδίου του άνθρακα αλλά και διαφόρων ρυπαντών της ατμόσφαιρας.

Φωτοχημικό νέφος: Ο θερμός και γεμάτος από αέριους ρυπαντές και στερεά σωματίδια αέρας που εγκλωβίζεται πάνω από μια περιοχή.