Η Ζωή στη Θάλασσα

Τα ψάρια

 

Υποδιαιρέσεις Θαλάσσιων Οργανισμών

Το πλαγκτόν
Το βένθος
Το νηκτόν
Το νευστό

Τα φύκη
Αλλοι οργανισμοί
Εκπρόσωποι Μεγάλων Θαλάσσιων Οργανισμών που απειλούνται με εξαφάνιση.

Ψάρια του Ιονίου -  Μεσογείου Θάλασσας


Τα ψάρια
Ένα αχώριστο ζευγάρι (τα ζώα των αβύσσων)
Τα ψάρια του Ιουνίου - Μεσογείου Θαλάσσας


Η προσωπική μου οδοντόβουρτσα
Ο μικρός καθαριστής "Λάβρος" καθαρίζει το στόμα του "Λεθρίνου", κατοίκου των κοραλλιογενών υφάλων, από τα παράσιτα

Συνομοταξία ζώντων οργανισμών, η οποία περιλαμβάνει σπονδυλωτά και χορδωτά, αποκλειστικά προσαρμοσμένα σε υδρόβια διαβίωση.
Τα ψάρια είναι από τις πρώτες μορφές ζωής σπονδυλωτών και χορδωτών. Υπολογίζεται ότι εμφανίστηκαν πριν από 400 εκατομμύρια χρόνια κατά τη Σιλούριο περίοδο του Παλαιοζωικού αιώνα. Τα πρωτόγονα αυτά είδη είχαν ως κύριο χαρακτηριστικό την έλλειψη σαγονιών και για το λόγο αυτό ονομάστηκαν άγναθα.

Κατά την εξελικτική τους πορεία, πολλά από τα είδη αυτά δεν κατόρθωσαν να διαιωνιστούν και σήμερα οι μόνοι αντιπρόσωποί τους είναι οι λάμπραινες και οι μυξίνοι. Μια άλλη κατηγορία ψαριών άρχισε να εμφανίζεται κατά τη Δεβόνιο περίοδο του Παλαιοζωικού αιώνα.


Στις θάλασσες την περίοδο της Περμίου κυριαρχούν οργανισμοί με μικρή ως καμμία δυνατότητα μετακίνησης.(Κοράλια, βρυόζωα, βραχιονόποδα, κλπ).(Νάσιοναλ Τζεογκράφικ)

Αυτά είχαν ως κύριο χαρακτηριστικό την κάλυψη του σώματος με πλάκες και ονομάστηκαν πλακόδερμα. Εξαφανίστηκαν οριστικά στην Πέρμιο περίοδο. Οι πιο εξελιγμένες μορφές ψαριών, οι χονδροϊχθύες και οι οστεϊχθύες, εμφανίστηκαν στις αρχές της Λιθανθρακοφόρου περιόδου. Οι χονδροϊχθύες είχαν μεγάλη διάδοση κατά την περίοδο αυτή, αλλά με το πέρασμα του χρόνου διάφορα είδη εξαφανίζονταν και σήμερα υπάρχει μόνο μικρός αριθμός αντιπροσωπευτικών ειδών. Οι οστεϊχθύες αποτελούν την κυρίαρχη ομοταξία της συνομοταξίας των ψαριών. Μέχρι σήμερα έχουν μελετηθεί περίπου 31.000 είδη ψαριών, από τα οποία 3.000 ανήκουν στην ομοταξία των οστεϊχθύων,
600 περίπου στην ομοταξία των χονδροϊχθύων και τα υπόλοιπα στην ομοταξία των αγνάθων. Τα άγναθα χωρίζονται σε δυο υποτάξεις, τα κυκλόστομα και τα πλακόδερμα. Τα πλακόδερμα έχουν εκλείψει εντελώς και η διάκρισή τους γίνεται από τα διάφορα απολιθώματα. Η ομοταξία των οστεϊχθύων χωρίζεται σε τρεις τάξεις, τα κροσσοπτερύγια, τα δίπνοα και τα ακτινοπτερύγια. Η ομοταξία των χονδροϊχθύων χωρίζεται σε δυο τάξεις, στα σαλάχια και στις χίμαιρες. Οι χονδροϊχθύες και οι οστεϊχθύες έχουν σαγόνια και η διαφορά αυτή, μαζί με την κατανομή των βραγχίων, τα διαχωρίζει από τα κυκλόστομα.
Οι χονδροϊχθύες διαφέρουν από τους οστεϊχθύες στα εξής: 1) Στο σκελετό τους δεν έχουν οστέινα κύτταρα, 2) τα εξωτερικά μέρη των πτερυγίων στηρίζονται από κεράτινες ακτίνες σε αντίθεση με τους οστεϊχθύες, που η στήριξη γίνεται με οστεώδεις ακτίνες, 3) δεν έχουν βραγχιακά καλύμματα, 4) τα λέπια τους έχουν οδόντινη προέλευση, ενώ των οστεϊχθύων οστέινη, 5) δεν έχουν νηκτική κύστη (υδροστατικό όργανο, με δυνατότητες παραγωγής ή και συλλογής ήχων), 6) η γονιμοποίηση των χονδροϊχθύων είναι πάντοτε εσωτερική και γίνεται από ζεύγος ψαλίδων που είναι προσαρμοσμένο στα κοιλιακά πτερύγια. Στους οστεϊχθύες η γονιμοποίηση μπορεί να είναι εσωτερική και εξωτερική και το γεννητικό όργανο του αρσενικού δε βρίσκεται στα κοιλιακά πτερύγια.
Το μήκος των ψαριών ποικίλλει. Το μεγαλύτερο σε μήκος ψάρι των θαλάσσιων υδάτων είναι ο ρινόδους. Το μήκος του κυμαίνεται από 16 - 23 μ. Από τα ψάρια των γλυκών νερών το μεγαλύτερο σε διαστάσεις είναι ο αραπάιμα (ζει στους ποταμούς της Βραζιλίας και Γουιάνας) με μήκος περίπου 5 μ. Το μικρότερο σε μήκος ψάρι,


Φαλαινοκαρχαρίας
Τρέφεται μόνο με πλαγκτόν

 περίπου 8 εκ., είναι ένα είδος γοβιού, που ζει στη θάλασσα των Φιλιππίνων.
 
   

   
 
Το σώμα των ψαριών διακρίνεται στο κεφάλι, στον κορμό και στην ουρά. Στο κεφάλι υπάρχει το κρανίο (που προστατεύει τον εγκέφαλο), το στόμα, δυο ρινικές κοιλότητες, ένα ζεύγος πλευρικών ματιών και πίσω απ' αυτά τα όργανα ακοής. Οι μύες διακρίνονται σε κόκκινους και άσπρους και είναι χωρισμένοι σε μέρη που συγκρατούνται από χόνδρινο ή οστέινο σκελετό. Ο πεπτικός σωλήνας των ψαριών είναι ευθύγραμμος και περιλαμβάνει στόμα, φάρυγγα, οισοφάγο, στομάχι, έντερο και έδρα. Ειδικά στους οστεϊχθύες πλευρικά από τον πεπτικό σωλήνα είναι συνδεμένη μια μεμβρανώδης φούσκα, η νηκτική κύστη. Αυτή έχει τη δυνατότητα να παίρνει διάφορες ποσότητες αέρα με αποτέλεσμα οι δημιουργούμενες συνθήκες άνωσης να επιτρέπουν την ισορροπία του ψαριού στο επιθυμητό βάθος. Στα τοιχώματα της νηκτικής κύστης υπάρχουν μύες, οι οποίοι μπορούν να τη συστέλλουν ή να τη διαστέλλουν. Η διαστολή ή η συστολή εξαναγκάζει τον αέρα σε ταλάντωση με αποτέλεσμα την παραγωγή ήχων. Η αναπνοή των ψαριών γίνεται με τα βράγχια. Το νερό περνάει από το στόμα των ψαριών και περιβρέχει τα βράγχια. Κατά τη δίοδο του αίματος από τα βράγχια η αιμογλοβίνη παραλαμβάνει το οξυγόνο, που βρίσκεται διαλυμένο στο νερό, και περνώντας από τους ιστούς το αφήνει, απορροφώντας το διοξείδιο του άνθρακα. Η καρδιά των ψαριών έχει δυο χώρους, όπως και στα ανώτερα ζώα. Όλα τα ψάρια έχουν συκώτι, σπλήνα και πάγκρεας. Για την απέκκριση υπάρχει ένα ζεύγος νεφρών. Το νευρικό σύστημα περιλαμβάνει τον πρόσθιο εγκέφαλο, το μεσεγκέφαλο, τον πίσω εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό, που εκτείνεται μέχρι την ουρά. Υπάρχουν δέκα κρανιακά νεύρα και ένα νευρικό τόξο σε κάθε σπόνδυλο. Τα αισθητήρια όργανα είναι της όρασης, της ακοής, της όσφρησης, της γεύσης, της αφής και της πλευρικής γραμμής. Τα αισθητήρια όργανα της πλευρικής γραμμής βρίσκονται μέσα σε αγωγούς, οι οποίοι αρχίζουν από το κεφάλι και απολήγουν στην ουρά κατά μήκος της επιδερμίδας. Το κάθε όργανο αποτελείται από σύνολο αισθητήριων κυττάρων, που έχουν τριχοειδείς αποφύσεις. Οι αγωγοί αυτοί επικοινωνούν με τον εξωτερικό χώρο και ερεθίζονται από ήχους μικρής συχνότητας, προσδιορίζουν την πίεση του νερού, καθώς και άλλες διαταραχές του. Μερικά ψάρια χρησιμοποιούν τα όργανα πλευρικής γραμμής για τον εντοπισμό της τροφής τους.
Τα πτερύγια συνήθως διακρίνονται σε ένα ζευγάρι θωρακικά, ένα ζευγάρι κοιλιακά, ένα ραχιαίο, ένα ουραίο και ένα εδρικό. Ανάλογα με το μέγεθος των λοβών του ουραίου πτερύγιου τα ψάρια διακρίνονται σε ετερόκερα και ομόκερα. Ετερόκερα είναι εκείνα τα οποία έχουν άνισους τους λοβούς, ενώ ομόκερα είναι εκείνα των οποίων οι λοβοί είναι ίσοι. Τα πτερύγια των χονδροϊχθύων στηρίζονται σε κεράτινες ακτίνες, ενώ των οστεϊχθύων σε οστέινες. Πολλές φορές τα πτερύγια των ψαριών έχουν αγκάθια.
Υπάρχουν διάφορες κατηγορίες ψαριών, από τις οποίες άλλα εκπέμπουν φως, άλλα εκπέμπουν ήχους και άλλα δημιουργούν γύρω τους ηλεκτρικό πεδίο. Περίπου τα 2/3 των θαλάσσιων ψαριών τα οποία ζουν σε μεγάλα βάθη, αλλά και μερικά είδη τα οποία ζουν στα αβαθή θαλάσσια ύδατα, έχουν την ιδιότητα του φωσφορισμού. Ο φωσφορισμός αυτός υποβοηθάει τα ψάρια στην αύξηση του οπτικού πεδίου τους, στην αναγνώριση μεταξύ τους, αλλά και στην προσέλκυση της λείας τους. Οι ήχοι τους οποίους εκπέμπουν τα ψάρια προέρχονται από τη νηκτική κύστη, ή από τριβή διάφορων τμημάτων του σώματός τους. Οι παραγόμενοι ήχοι έχουν συχνότητες από 50 ως 10.000 Χερτς και φαίνεται ότι χρησιμοποιούνται ως μέσο επικοινωνίας, ως μέσο επίθεσης ή άμυνας, αλλά και στη δημιουργία των γενετήσιων σχέσεών τους. Η δημιουργία του ηλεκτρικού πεδίου συνήθως γίνεται από διάφορες μυϊκές ίνες, οι οποίες έχουν διαμορφωθεί σε ένα είδος ηλεκτρικών στηλών. Τα ψάρια, τα οποία δημιουργούν γύρω τους ισχυρό ηλεκτρικό πεδίο, εκμεταλλεύονται την ιδιότητα αυτή ως μέσο άμυνας ή επίθεσης. Συνήθως όμως το ηλεκτρικό πεδίο χρησιμοποιείται ως μέσο επικοινωνίας, προειδοποίησης, αλλά και για την υποβοήθηση της πλεύσης.
Εκτός από έναν περιορισμένο αριθμό ψαριών, τα οποία είναι ερμαφρόδιτα, τα υπόλοιπα ψάρια έχουν χωριστά φύλα. Στους χονδροϊχθύες η γονιμοποίηση γίνεται εσωτερικά με ένα ζεύγος ψαλίδων, τις οποίες έχουν τα αρσενικά άτομα στα κοιλιακά τους πτερύγια. Στους οστεϊχθύες τα αρσενικά άτομα έχουν ένα ζεύγος όρχεων και τα θηλυκά ωοθήκες. Οι όρχεις και οι ωοθήκες βρίσκονται κοντά στα νεφρά. Η γονιμοποίηση των οστεϊχθύων μπορεί να είναι εσωτερική ή εξωτερική. Κατά την εξωτερική γονιμοποίηση το θηλυκό αφήνει τα αβγά του στο υδάτινο περιβάλλον, όπου τα γονιμοποιεί το αρσενικό.
 

Ένα αχώριστο Ζευγάρι
Πολλοί κάτοικοι των αβύσσων διαθέτουν φωτοφόρα όργανα σε διάφορα σημεία του σώματός τους, όχι μόνο για να αναγνωρίζονται μεταξύ τους μέσα στο απόλυτο σκοτάδι που επικρατεί στις αβύσσους των θαλασσών αλλά και να ανακαλύπτουν την τροφή τους ή να διαφεύγουν από τους εχθρούς τους, όπως ορισμένα καλαμάρια, που βγάζουν ένα σύννεφο φωτεινής μελάνης όταν κινδυνεύουν. Από τις πιο παράξενες περιπτώσεις είναι το θηλυκό του κερατία ή λοφία ή ψάρι με φωτεινή κεραία. Το αρσενικό, που παραμένει νάνος, δεν έχει κεραία και είναι ανίκανο να ζήσει

μόνο του. Από τη γέννησή του προσκολλάται στο πλευρό του θηλυκού και μένει εκεί για όλη του τη ζωή τρεφόμενο από το σώμα της συντρόφου του. Μόνη του δουλεία είναι να γονιμοποιεί τα αβγά της.
   

Μερικά ψάρια είναι ωοζωοτόκα. Τα αβγά εκκολάπτονται μέσα στο μητρικό σώμα, χωρίς να υπάρχει σύνδεση μεταξύ εμβρύου και μητέρας. Άλλα είδη είναι ζωοτόκα. Το έμβρυο προσκολλάται με ένα είδος πλακούντα στα τοιχώματα της μήτρας της μητέρας και διατρέφεται απ' αυτήν.
Τα ψάρια ζουν σε ένα περιβάλλον το οποίο καλύπτει τουλάχιστον τα 2/3 της γήινης επιφάνειας. Παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν τους βιότοπους των ψαριών είναι η αλμυρότητα, η θερμοκρασία, η πίεση και τα θαλάσσια ρεύματα. Ανάλογα με την αλμυρότητα του περιβάλλοντος τα ψάρια διακρίνονται στα ψάρια τα οποία ζουν σε αλμυρό περιβάλλον, στα ψάρια τα οποία ζουν σε γλυκά νερά και στα ψάρια τα οποία ζουν σε γλυκά και σε αλμυρά νερά. Η θερμοκρασία είναι ένας άλλος παράγοντας ο οποίος επηρεάζει τους βιότοπους των ψαριών. Τα ψάρια μπορούν να επιβιώσουν σε ένα μικρό πλάτος θερμοκρασιών του ύδατος.

Έτσι πολλές φορές ψάρια τα οποία ζουν κοντά στην επιφάνεια της θάλασσας στις βόρειες περιοχές μπορούν να επιβιώσουν στις τροπικές περιοχές σε μεγάλο βάθος, όταν το επιτρέπουν άλλοι παράγοντες (πίεση, αλμυρότητα κ.ά.). Η πίεση είναι ένας παράγοντας, ο οποίος επηρεάζει το βάθος στο οποίο μπορούν να επιβιώσουν τα ψάρια. Το βάθος εξαρτάται από την αντοχή του σώματος στις ισχυρές πιέσεις,
και από τη δυνατότητα της νηκτικής κύστης. Σήμερα έχει εξακριβωθεί ότι υπάρχουν ψάρια τα οποία ζουν σε βάθος 7.000 μ. και πιστεύεται ότι μπορούν να ζουν ψάρια μέχρι βάθος 10.000 μ.
 
 
 
 
 
 


Τα κυλινδρικά μάτια του μικρού τσεκουρόψαρου κοιτάζουν προς τα πάνω για να βρουν κωπήποδα και άλλα μικρά ψάρια