ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ

 

Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Υ | Φ | Χ | Ψ | Ω
 
A

Aειφόρος ανάπτυξη: μορφή οικονομικής ανάπτυξης που δεν μειώνει ούτε υποβαθμίζει τους φυσικούς πόρους από τους οποίους εξαρτάται η παρούσα αλλά και η μελλοντική ζωή.

Αέρια θερμοκηπίου: αέρια, κυρίως διοξείδιο του άνθρακα (CO2), μεθάνιο (CH4) και οξείδια του αζώτου (ΝΟx) που συμβάλλουν στην υπερθέρμανση της ατμόσφαιρας.

Αερισμός: Αερισμός είναι η διαδικασία παροχής ή αφαίρεσης αέρα προς και από οποιοδήποτε χώρο. Ο επαρκής αερισμός είναι απαραίτητη προϋπόθεση για μια ικανοποιητική ποιότητα αέρα για την υγεία των χρηστών. Για κάθε είδος χώρου καθορίζεται μια συγκεκριμένη τιμή που προσδιορίζει τον απαιτούμενο αερισμό και μετράται σε ac/h (air changes/hour).Η μονάδα αυτή δείχνει πόσες φορές (ή σε τι ποσοστό του όγκου του χώρου) αλλάζει ο αέρας που περιέχεται στο χώρο με νωπό αέρα. Ο αερισμός επιτυγχάνεται με φυσικά ή μηχανικά μέσα.

Αιολική Ενέργεια: Η αιολική ενέργεια είναι μια ανανεώσιμη πηγή ενέργειας η οποία παρέχει δυναμικό για μεγάλης κλίμακας παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με τη χρήση ανεμογεννητριών χωρίς σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Οι ανεμογεννήτριες (οριζόντιου ή κατακόρυφου άξονα) χρησιμοποιούνται τόσο μαζί με μπαταρία σε μικρές εγκαταστάσεις όσο και συμπληρωματικά μαζί με φωτοβολταϊκά στοιχεία, και είναι τις περισσότερες φορές συνδεδεμένες με το δίκτυο. Η επερχόμενη απελευθέρωση της ηλεκτρικής ενέργειας το 2001 έχει οδηγήσει στην κατασκευή πολλών αιολικών πάρκων ανά την Ελλάδα.

Αιολικό πάρκο: περιοχή όπου έχουν εγκατασταθεί πολλές ανεμογεννήτριες (συνήθως σε νησιά του Αιγαίου).

Ακτινοβολία: Μετάδοση ενέργειας μέσω κυμάτων: ο ήλιος εκλύει ενέργεια διαφόρων μηκών κύματος όπως φως, ραδιοκύματα, ακτίνες Χ, υπεριώδη ακτινοβολία κλπ

Αλλαγή παγκόσμιου κλίματος: Τα επίπεδα CO2 έχουν αυξηθεί παγκοσμίως κατά 25% σε σχέση με την τιμή που είχαν πριν από τη Βιομηχανική επανάσταση το 1800. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα πρόσφατου συνεδρίου, η αύξηση των τιμών του CO2 ή άλλων ισοδύναμων αερίων θερμοκηπίου θα οδηγήσει στην αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της γης κατά 1,5 έως 4,5 oC . Παράλληλα, η τρύπα του όζοντος διαρκώς μεγαλώνει, καθώς επίσης και η κατανάλωση ενέργειας παγκοσμίως. Αν ο άνθρωπος δεν περιορίσει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των δραστηριοτήτων του, τα αποτελέσματα της εντεινόμενης μόλυνσης θα είναι καταστροφικά για όλον τον πλανήτη.

Αλλοίωση:   η αποσύνθεση, το σάπισμα, είναι η μεταβολή της φυσικής κατάστασης ή η αλλαγή της φυσιογνωμίας του περιβάλλοντος.

Ανακύκλωση: Η διαδικασία ανάκτησης προϊόντων και υλικών από τα αστικά σκουπίδια, τις συσκευασίες, τα υποπροϊόντα της βιομηχανίας καθώς και από τα κατεστραμμένα προϊόντα και η επαναχρησιμοποίησή τους από τη βιομηχανία για την παραγωγή καινούργιων. Η ανακύκλωση συμβάλλει στην εξοικονόμηση ενέργειας αλλά και σ' ένα περιβάλλον χωρίς τοξικές ουσίες που πολλές από αυτές θέλουν πολλά - πολλά χρόνια για να "διασπαστούν". Ενώ προσφέρει και πολλές καινούργιες θέσεις εργασίας. Στην ανακύκλωση μπορούμε να συμβάλουμε όλοι μας κυρίως με τη χρησιμοποίηση προϊόντων που ανακυκλώνονται αλλά και την απόρριψή τους σε ειδικά διαμορφωμένους κάδους, για κάθε ανακυκλώσιμο υλικό, χαρτί, γυαλί, αλουμίνιο κλπ.

Ανακύκλωση ενέργειας: διαδικασία επαναχρησιμοποίησης της απορριπτόμενης ενέργειας, π.χ. η θερμότητα που εκλύεται από ένα εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη θέρμανση ενός οικισμού

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας: Είναι οι φυσικοί διαθέσιμοι πόροι - πηγές ενέργειας, που υπάρχουν σε αφθονία στο φυσικό μας περιβάλλον, που δεν εξαντλούνται αλλά διαρκώς ανανεώνονται και που δύνανται να μετατρέπονται σε ηλεκτρική ή θερμική ενέργεια, όπως είναι ο ήλιος, ο άνεμος, η βιομάζα, η γεωθερμία, οι υδατοπτώσεις, η θαλάσσια κίνηση. Το παγκόσμιο ενδιαφέρον προς την κατεύθυνση της αξιοποίησης τους οφείλεται σε δύο λόγους: i) την επίλυση του ενεργειακού προβλήματος, αφού τα αποθέματα συμβατικών πηγών ενέργειας εξαντλούνται και ii) το ότι πρόκειται για φιλικές προς το περιβάλλον λύσεις. Στόχος της Ευρωπαϊκής ένωσης είναι να αυξήσει την χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από το 3,7% που ήταν το 1991 στο 7,8% επί του συνόλου της κατανάλωσης ενέργειας το 2005. Αυτό προϋποθέτει αύξηση της απόδοσης των συστημάτων κατανάλωσης ενέργειας που χρησιμοποιούνται σήμερα. Οι προβλέψεις για τη χρήση ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο δείχνουν ότι έχουμε ενεργειακά αποθέματα 200 χρόνια για τον τωρινό λόγο αποθέματος/παραγωγής.

Άνθρακας: Ο άνθρακας παράγεται από την αποσύνθεση φυτών και έχει τη μορφή μαύρης ή καφέ πέτρας. Η συλλογή του άνθρακα γίνεται στα ανθρακωρυχεία τα οποία ευθύνονται για σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις καθώς τοξικές χημικές ουσίες ελευθερώνονται στο γύρω περιβάλλον και διηθούνται σε κοντινές πηγές. Το 65% των εκπομπών διοξειδίων του θείου, το 33% των εκπομπών διοξειδίων του άνθρακα, και το 25% των εκπομπών οξειδίων του αζώτου στις Ηνωμένες Πολιτείες παράγονται από την καύση του άνθρακα. Οι ποσότητες αυτές συνεισφέρουν σημαντικά στην αύξηση της θερμοκρασίας της γης, στην όξινη βροχή, καθώς επίσης και στη δημιουργία πολλών ασθενειών.

Αντλίες θερμότητας: Οι αντλίες θερμότητας δουλεύουν με τη λογική που δουλεύει το ψυγείο. Εξάγουν θερμότητα από μια πηγή χαμηλής θερμοκρασίας και την αυξάνουν στα επιθυμητά επίπεδα, δίνοντας θερμότητα που κυμαίνεται από μερικά kilo-watts μέχρι αρκετά megawatt. Κατά συνέπεια, οι αντλίες θερμότητας μπορούν να λειτουργήσουν χρησιμοποιώντας ως πηγή θερμότητας το έδαφος ή και τον εξωτερικό αέρα. Οι αντλίες θερμότητας χρησιμοποιούνται τόσο για ψύξη όσο και για θέρμανση, και βρίσκουν μεγάλη εφαρμογή σε πολλών ειδών κτίρια.

Απόδοση (φυσ.): είναι ο λόγος της αρχικής προς την τελική ενέργεια. Αναφέρεται σε κάθε μετατροπή ενέργειας και εκφράζεται συνήθως σε ποσοστό επί τοις εκατό (%), π.χ. η απόδοση ενός ηλιακού θερμοσίφωνα είναι 60%, δηλαδή το 60% της ηλιακής ενέργειας μετατρέπεται σε θερμότητα.

Αποψίλωση: η παντελής εξάλειψη βλάστησης σε μια περιοχή που γίνεται με ενέργειες του ανθρώπου

Ασπίδα όζοντος: Στρώμα όζοντος στην τροπόσφαιρα πάχους περίπου είκοσι χιλιομέτρων που ευθύνεται για την απορρόφηση του μεγαλύτερου τμήματος της υπεριώδους ακτινοβολίας του ήλιου που φτάνει στη Γη.

Ατμόσφαιρα: ο αέρας που περιβάλλει τη Γη και κάθε άλλο ουράνιο σώμα και συγκρατείται από το βαρυτικό πεδίο του.

 

  Β

Βιοκλιματικός σχεδιασμός: Είναι  ο αρχιτεκτονικός και πολεοδομικός σχεδιασμός κτιρίων και οικιστικών συνόλων αντίστοιχα, που επιδιώκει την προσαρμογή του κτιρίου και του οικιστικού συνόλου στο τοπικό κλίμα και το φυσικό περιβάλλον και στοχεύει στην αξιοποίηση θετικών περιβαλλοντικών παραμέτρων ώστε να ελαχιστοποιεί τις ενεργειακές ανάγκες του όλο το χρόνο και να επιτυγχάνει περιορισμό στην κατανάλωση συμβατικής ενέργειας.

Βιοκοινότητα: το σύνολο των ζωικών και φυτικών οργανισμών που ζουν "αρμονικά" (με καθορισμένες σχέσεις) μεταξύ τους σ’ ένα βιότοπο.

Βιολογική ισορροπία: η ισορροπία που υπάρχει ανάμεσα στους πληθυσμούς μιας βιοκοινότητας και που είναι καθορισμένη δηλ. δεν πρέπει να ξεπερνά κάποια όρια. Η διαταραχή της μπορεί να καταστρέψει και τη φυσική ισορροπία δηλ την ισορροπία του οικοσυστήματος.

Βιολογικός καθαρισμός: Σύνολο μεθόδων οι οποίες αποσκοπούν στη μείωση του οργανικού υλικού που περιέχεται στα λύματα, με τελικό σκοπό τη διοχέτευση στους υδάτινους αποδέκτες (λίμνες, ποτάμια ή θάλασσα) νερού με, όσο το δυνατόν, λιγότερες οργανικές ενώσεις.

Βιομάζα: Βιομάζα ονομάζονται τα κατάλοιπα διαφόρων διεργασιών που άμεσα ή έμμεσα προέρχονται από το φυτικό κόσμο τα οποία χρησιμοποιούνται για θέρμανση,  παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και κίνηση. Τα κατάλοιπα αυτά μπορεί να είναι από αστικά σκουπίδια, από την αγροτική παραγωγή (υπολείμματα ξυλείας, σοδειάς, ζωικά απόβλητα) καθώς επίσης και υποπροϊόντα της βιομηχανίας (από επεξεργασία τροφίμων ή οργανικών υλών). Με κατάλληλη επεξεργασία, η βιομάζα μετατρέπεται σε καύσιμο αέριο (biofuel). Με την καύση του αερίου αυτού παράγεται ηλεκτρική ενέργεια, με μεγάλη απόδοση αλλά και μειωμένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις παράλληλα. Η τεχνολογία αυτή παρέχει το μέγιστο δυναμικό για παραγωγή ενέργειας σε Πανευρωπαϊκό επίπεδο. Η καύση όμως τελικά δεν μπορεί να την χαρακτηρίσει σαν καθαρή για το περιβάλλον.

 

 

Γ

Γεωθερμία: η θερμότητα που προέρχεται από τον πυρήνα της γης και μεταφέρεται στην επιφάνεια μέσω του θερμού νερού (γεωθερμικό κοίτασμα).

Γεωθερμική Ενέργεια: Η γεωθερμική ενέργεια παράγεται με τη μετατροπή ζεστού νερού ή υδρατμού που βρίσκεται σε αρκετό βάθος από την επιφάνεια της γης σε ηλεκτρική ενέργεια. Η θερμοκρασία του γεωθερμικού ρευστού ποικίλλει από περιοχή σε περιοχή και μπορεί να έχει τιμές από 25 οC μέχρι 350 οC. 'Οταν η θερμοκρασία είναι χαμηλότερη, η γεωθερμική ενέργεια αξιοποιείται για τη θέρμανση κατοικιών και άλλων κτιρίων ή κτιριακών εγκαταστάσεων, θερμοκηπίων, κτηνοτροφικών μονάδων, ιχθυοκαλλιεργειών κ.λ.π. Στις περιπτώσεις που τα γεωθερμικά ρευστά έχουν υψηλή θερμοκρασία (πάνω από 150 οC), η γεωθερμική ενέργεια μπορεί να χρησιμοποιηθεί κυρίως για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Η χώρα μας λόγω της διαμόρφωσης του υπεδάφους της, είναι πλούσια σε γεωθερμική ενέργεια. Η ενέργεια αυτή αξιοποιείται σήμερα με αυξανόμενους ρυθμούς. Στην περιοχή του Νότιου Αιγαίου οι θερμοκρασίες των γεωθερμικών ρευστών είναι πολύ ψηλές, ενώ περιοχές πλούσιες σε γεωθερμία, με ρευστά χαμηλότερων θερμοκρασιών, είναι διάσπαρτες σε ολόκληρη τη χώρα

Γεωλογία: επιστήμη που ασχολείται με την περιγραφή και τη διάταξη των εμφανίσεων των πετρωμάτων και την ιστορία τους κατά τη διαδρομή των γεωλογικών χρόνων.

 

 

Δ

Διάβρωση εδάφους: Η απομάκρυνση των στρωμάτων εδάφους από τη δράση του ανέμου, του νερού και άλλων αιτίων.

Διαμήκη κύματα: διαστήματα με μικρή πυκνότητα που τα λέμε "αραιώματα και διαστήματα, με μεγάλη πυκνότητα του μέσου μετάδοσης του ήχου (αέρας, νερό κλπ) που τα λέμε "πυκνώματα" και τα οποία ακολουθούν εναλλακτικά το ένα, το άλλο. Σε μια ευθεία δηλ. θα έχουμε τη σειρά αραίωμα - πύκνωμα - αραίωμα πύκνωμα κ.ο.κ.

Διοξίνες: Ιδιαίτερα τοξικές ουσίες οι οποίες εκλύονται κατά την καύση των πλαστικών και κατά την αποτέφρωση των απορριμμάτων. Από τις πιο δηλητηριώδεις ουσίες πάνω στη Γη.

 

 

Ε

Ενεργειακό δυναμικό: εκφράζει τη θεωρητικά διαθέσιμη ενέργεια μιας περιοχής, π.χ. το αιολικό δυναμικό ή το δυναμικό των υδατοπτώσεων, εκφράζει τη θεωρητικά διαθέσιμη ενέργεια του ανέμου ή του νερού αντίστοιχα της περιοχής. Πρακτικά η ενέργεια που αξιοποιούμε είναι πάντοτε μικρότερη της θεωρητικής.

Ενεργειακός σχεδιασμός κτιρίων: εφαρμογή τεχνικών, στρατηγικών και σχεδιαστικών λύσεων που ικανοποιούν τις ανάγκες των ενοίκων εξασφαλίζοντας συνθήκες άνεσης, ενώ αξιοποιούν τις περιβαλλοντικές πηγές ενέργειας με τη μικρότερη ενεργειακή εξάρτηση του κτιρίου από συμβατικά καύσιμα.

Εντροπία: είναι το μέγεθος της τάξης-αταξίας της ύλης που παρατηρείται σε ένα σύστημα. Όσο μικρότερη εντροπία έχει ένα σώμα, τόσο πιο χρήσιμη ενέργεια διαθέτει και τόσο μεγαλύτερη είναι η τάξη που εμφανίζει μικροσκοπικά η ύλη του. Στη φύση επικρατεί η πορεία προς την αύξηση της εντροπίας του Σύμπαντος

Εξαρτία: το σύνολο των εξαρτιών (άρμενα, σχοινιά) που απαιτούνται για το χειρισμό των καταρτιών ιστιοφόρου πλοίου, η αρματωσιά.

Ετερόθερμα: τα ζώα που δεν έχουν σταθερή θερμοκρασία του σώματός τους, αλλά παίρνουν τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος

Ευτροφισμός: Το φαινόμενο που συνοδεύει τη συσσώρευση θρεπτικών στοιχείων στα υδάτινα οικοσυστήματα και εκφράζεται με τη υπερβολική αύξηση των παραγωγών (υδρόβια φυτά και φυτοπλαγκτόν).

 

 

Η

Ηλεκτρομαγνητικό κύμα: η μετακίνηση ηλεκτρικών φορτίων σε ένα σύρμα (πάνω-κάτω ή δεξιά-αριστερά) με ορισμένο ρυθμό (συχνότητα), δημιουργεί μια διαταραχή του ηλεκτρικού και μαγνητικού πεδίου, η οποία διαδίδεται ως ηλεκτρομαγνητικό κύμα σε οποιοδήποτε μέσο στερεό, υγρό, αέριο, αλλά και στο κενό, όπου η ταχύτητα διάδοσης είναι ίση με την ταχύτητα του φωτός. Η μεταφορά ενέργειας με τη μορφή ηλεκτρομαγνητικού κύματος αποτελεί την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία.

Ηλιακή Ενέργεια: Η ηλιακή ακτινοβολία χρησιμοποιείται τόσο για την θέρμανση των κτιρίων με άμεσο ή έμμεσο τρόπο και με τη χρήση ενεργητικών ή και παθητικών συστημάτων, όσο και για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας γίνεται με δύο τρόπους: α) με τη χρησιμοποίηση Φωτοβολταϊκών συστημάτων τα οποία μετατρέπουν απευθείας την ηλιακή ενέργεια σε ηλεκτρική και β) τα ηλιακά θερμικά συστήματα που χρησιμοποιούν την ηλιακή ενέργεια για να θερμάνουν ένα υγρό το οποίο παράγει ατμό ο οποίος τροφοδοτεί μία τουρμπίνα και μία γεννήτρια.

Ηλιακός θερμοσίφωνας: Ο ηλιακός θερμοσίφωνας είναι το πλέον διαδεδομένο σύστημα αξιοποίησης της ηλιακής ενέργειας. Αποτελείται από μια μαύρη επιφάνεια που περιέχει αγωγούς και καλύπτεται από γυαλί (collector), και μια μικρή δεξαμενή στην κορυφή όπου αποθηκεύεται η θερμότητα. ολόκληρο το σύστημα τοποθετείται στην ταράτσα ή την οροφή ενός κτιρίου. Το υγρό μέσα στους αγωγούς θερμαίνεται από τον ήλιο και με φυσική μεταγωγή ανεβαίνει προς τη δεξαμενή αποθήκευσης. Η θερμότητα που συλλέγεται με αυτόν τον τρόπο, χρησιμοποιείται για ζεστό νερό οικιακής χρήσης.

Homo erectus: Άνθρωπος ο όρθιος. Είδος στο οποίο ταξινομούνται σκελετικά ευρήματα ανθρώπινων μορφών από τις οποίες προήλθε εξελικτικά ο σύγχρονος άνθρωπος.

Homo habilis: Το είδος στο οποίο ταξινομείται ο πρώτος άνθρωπος του γένους των Homo που εμφανίσθηκε στη Γη. Έζησε πριν από 2-2,5 εκατομμύρια χρόνια.

Homo sapiens neanderthalensis: Υποείδος του Ηomo sapiens. Το όνομά του το οφείλει στο ότι τα πρώτα σκελετικά ευρήματα ατόμων που ανήκαν στους πληθυσμούς του βρέθηκαν στην κοιλάδα Neander της Γερμανίας. Τα χαρακτηριστικά του οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ήταν περισσότερο εξελιγμένος από τον Homo erectus τον οποίο και διαδέχτηκε. Έζησε στην Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή κατά τη διάρκεια των τελευταίων παγετώνων πριν από 100.000 - 35.000 χρόνια.

Homo sapiens sapiens: Το υποείδος στο οποίο ταξινομείται ο σύγχρονος άνθρωπος. Θεωρείται ότι 35.000 χρόνια πριν οι πληθυσμοί του είχαν ήδη αντικαταστήσει πλήρως τους ανθρώπους του Νεάντερταλ και όλους τους υπόλοιπους αρχαϊκούς Homo sapiens. Οι πρώτες ανθρώπινες μορφές που ταξινομήθηκαν στους sapiens sapiens βρέθηκαν στο σπήλαιο Λεσκώ της Γαλλίας και πήραν το όνομα άνθρωποι του Κρο Μανιόν.

 

 

Θ

Θάνατος: Η οριστική διακοπή των λειτουργιών που χαρακτηρίζουν τη ζωή ενός κυττάρου ή ενός οργανισμού.

Θερμοκηπίου φαινόμενο: Είναι το φαινόμενο που παρατηρείται όταν παγιδεύεται θερμική ενέργεια της γης, δηλ. κάποια στρώματα στην ατμόσφαιρα δεν επιτρέπουν τη διάχυση στο διάστημα της θερμικής ακτινοβολίας, έτσι αυτή ανακλάται και επιστρέφει στη γη.

Θερμοκρασία: φυσικό μέγεθος που χαρακτηρίζει το βαθμό θερμότητας ενός αντικειμένου, μετριέται με θερμόμετρα.

Θερμότητα: μορφή ενέργειας που οφείλεται στην αύξηση της κινητικότητας των στοιχειωδών σωματιδίων της ύλης. Είναι η ενέργεια που μεταφέρεται, λόγω διαφοράς θερμοκρασίας, από το θερμότερο στο ψυχρότερο σώμα μέχρι οι θερμοκρασίες να εξισωθούν. Μεταδίδεται με αγωγή από μόριο σε μόριο, στα υγρά, στερεά και αέρια, με μεταφορά στα υγρά και αέρια, όταν μάζες θερμού ρευστού κινούνται προς ψυχρότερες περιοχές και με ακτινοβολία όταν τα σώματα δεν βρίσκονται σε επαφή.

Θερμοχωρητικότητα: είναι η ικανότητα ενός σώματος να αποθηκεύει θερμότητα κατά τη θέρμανσή του και φανερώνει πόσο εύκολα θερμαίνεται ή ψύχεται το σώμα αυτό.

 

 

Ι

Ισορροπία της φύσης: Το αποτέλεσμα, γενικά, της ιδιότητας που χαρακτηρίζει τα οικοσυστήματα να εμφανίζουν σε κάποιο βαθμό μηχανισμούς αυτορύθμισης.

 

 

Κ

Καταναλωτές: Τα ζώα γιατί ως ετερότροφοι οργανισμοί εξαρτώνται ενεργειακά είτε άμεσα είτε έμμεσα από τους παραγωγούς.

Κυματική Ενέργεια: Είναι η μορφή ενέργειας που προκύπτει από την κινητική ενέργεια των κυμάτων. Το φαινόμενο των ανέμων έχει ως συνέπεια το σχηματισμό κυμάτων τα οποία είναι εκμεταλλεύσιμα σε περιοχές με υψηλό δείκτη ανέμων και σε ακτές  ωκεανών.

 

 

Λ

Λιθάνθρακες (τύρφη-λιγνίτης-ανθρακίτης): στερεά ορυκτά καύσιμα που σχηματίστηκαν από λείψανα φυτών που αναπτύχθηκαν σε εκτεταμένα θερμά έλη κατά την Λιθανθρακοφόρο περίοδο. Σε πρώτο στάδιο τα φυτά που θάφτηκαν στη λάσπη των ελών, σχημάτισαν μια συμπαγή στρώση αποσυντιθέμενης βλάστησης που λέγεται τύρφη, η οποία μετά από εκατομμύρια χρόνια, λόγω της πίεσης των υπερκείμενων πετρωμάτων και της θερμοκρασίας μετατράπηκε σε λιθάνθρακα, δηλαδή αρχικά λιγνίτη και στη συνέχεια ανθρακίτη που έχει και τη μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε άνθρακα.

Λύματα: τα ακάθαρτα νερά των υπόνομων και τα απόβλητα των εργοστάσιων· π.χ. "τα δηλητηριασμένα λύματα που χύνονται στο ποτάμι προκάλεσαν το θάνατο των ψαριών".

 

 

Μ

Mεθάνιο (CH4): αέριο άχρωμο, άοσμο και πολύ ελαφρύ, το πρώτο μέλος της σειράς των κορεσμένων υδρογονανθράκων. Βρίσκεται στη φύση σε πηγές φυσικού αερίου, στα αέρια των πετρελαιοπηγών κ.λπ. και έχει πολλές εφαρμογές είτε ως καύσιμο, είτε ως πρώτη ύλη σύνθεσης άλλων οργανικών ενώσεων.

Μόλυνση: 1. το λέρωμα, το βρόμισμα, η ρύπανση· π.χ. "τα απόβλητα της χημικής βιομηχανίας, τα οποία χύνονται στο ποτάμι, προκάλεσαν τη μόλυνση" 2. η μετάδοση νοσογόνων μικρόβιων· π.χ. "δε δέθηκε αμέσως η πληγή του και έπαθε μόλυνση"

Μονοξείδιο του άνθρακα: Το μονοξείδιο του άνθρακα (χημικός τύπος CO) είναι ένα άχρωμο και άοσμο δηλητηριώδες αέριο που παράγεται κατά την ατελή καύση του άνθρακα που περιλαμβάνεται σε όλα τα καύσιμα. Το μεγαλύτερο μέρος του CO προέρχεται από τις μεταφορές.
 

 

N

 

 

Ξ

Ξενιστής: Οργανισμός ή κύτταρο, πάνω ή μέσα στο οποίο ζει ένας άλλος οργανισμός (παράσιτο).

 

 

Ο

Όζον: στοιχείο που προκύπτει από το οξυγόνο και αποτελεί βαασικό συστατικό της οζονόσφαιρας (τμήμα της ατμόσφαιρας) Τρύπα του όζοντος: Όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την εξασθένιση της στιβάδας του όζοντος στην τροπόσφαιρα που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια κυρίως πάνω από τους πόλους.

Οζονόσφαιρα: στη στρατόσφαιρα σε ύψος 20-50 χιλιόμετρα υπάρχουν ποσότητες όζοντος με μεγαλύτερη συγκέντρωση στα 30 χιλιόμετρα. Η βιολογική της σημασία είναι τεράστια γιατί συγκρατεί τις δραστικές ακτινοβολίες

Οικολογία: Κλάδος των βιολογικών επιστημών που έχει ως αντικείμενο μελέτης τους πληθυσμούς των οργανισμών και τις αλληλεξαρτήσεις που αναπτύσσονται τόσο μεταξύ τους όσο και με το περιβάλλον στο οποίο ζουν.

Οικολογική διαδοχή: Το φαινόμενο της σταδιακής αλλαγής της σύνθεσης των βιοκοινοτήτων που χαρακτηρίζεται από αύξηση της δομικής τους πολυπλοκότητας.

Οικολογική πυραμίδα: Γραφική απεικόνιση των τροφικών σχέσεων που αναπτύσσουν οι οργανισμοί στα οικοσυστήματα

Οικοσύστημα: Σύστημα μελέτης που περιλαμβάνει το σύνολο των βιοτικών και αβιοτικών παραγόντων μιας περιοχής που βρίσκονται σε συνεχή αλληλεξάρτηση.

Όξινη βροχή: Οι κατακρημνίσεις με αυξημένη οξύτητα, λόγω της παρουσίας στον ατμοσφαιρικό αέρα οξειδίων του θείου και του αζώτου, προερχόμενων από την καύση ορυκτών καυσίμων.

 

 

Π

Παγγαία: Η υπερήπειρος που ένωνε όλες τις σχηματισμένες χερσαίες επιφάνεις της Γης. Ο κατακερματισμός της οδήγησε στο σχηματισμό των σημερινών ηπείρων.

Παθητικά ηλιακά συστήματα (Π.Η.Σ.)  θέρμανσης ή δροσισμού: Είναι οι τεχνικές και κατασκευές που εμπεριέχονται στο σχεδιασμό του κτιρίού και προσαρμόζονται κατάλληλα στο κέλυφός του. Τα  Π.Η.Σ.  διευκολύνουν στην καλύτερη εκμετάλλευση της ηλιακής ενέργειας για την θέρμανση κτιρίων, καθώς και στην αξιοποίηση των δροσερών ανέμων για τη φυσική τους ψύξη. Οι βασικές κατηγορίες των  Π.Η.Σ.  είναι: α) τα  άμεσου ηλιακού κέρδους, όπως τα νότια ανοίγματα,  β)  τα  έμμεσου ηλιακού κέρδους όπως ο ηλιακός χώρος - θερμοκήπιο, το ηλιακό αίθριο, ο ηλιακός τοίχος, το θερμοσιφωνικό πέτασμα,  γ)  τα συστήματα δροσισμού όπως τα σκίαστρα, η  ηλιακή καμινάδα, η  υδάτινη οροφή και συστήματα αερισμού.

Παλιρροϊκή ενέργεια: Είναι η μορφή ενέργειας που προκύπτει από την βαρυτικη έλξη της σελήνης και του γης και η οποία είναι εκμεταλλεύσιμη κατά την διαφορά του ύψους της επιφάνειας της στάθμης των νερών-άμπωτη και πλημμυρίδα.

Παραγωγοί: Οι οργανισμοί οι οποίοι μετατρέπουν απλές ανόργανες ενώσεις σε οργανικό υλικό με τη βοήθεια κάποιας εξωτερικής πηγής ενέργειας. Είναι όλοι οι φωτοσυνθετικοί και οι χημειοσυνθετικοί οργανισμοί οι οποίοι αναφέρονται και ως αυτότροφοι οργανισμοί.

Πετρέλαιο: Η καύση του πετρελαίου προκαλεί λιγότερη μόλυνση σε σχέση με την καύση του άνθρακα, αλλά εν τούτοις αρκετά σημαντική. Ο λεγόμενος “Μαύρος χρυσός” χρησιμοποιείται σε ευρέως σε παγκόσμιο επίπεδο κυρίως για την κίνηση οχημάτων αλλά και για θέρμανση. Η επερχόμενη εξάντληση των αποθεμάτων του καθιστά ολοένα και πιο σημαντική την εκμετάλλευση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, για την επίλυση του ενεργειακού προβλήματος παγκοσμίως.

Πετρελαιοκηλίδα: η κηλίδα που επιπλέει στα νερά όταν διαφεύγει πετρέλαιο η οποία στη συνέχεια θα δημιουργήσει την πίσσα αφού πρώτα προκαλέσει μεγάλες οικολογικές καταστροφές.

Πλήμνη: Αποτελεί συστατικό της πτερωτής και είναι το μέρος της ανεμογεννήτριας  πάνω στο οποίο προσαρμόζονται τα πτερύγια.

Προσαρμογή: Η ανάπτυξη δομών και συμπεριφορών στους οργανισμούς που τους επιτρέπουν καλύτερες συνθήκες επιβίωσης στο περιβάλλον που ζουν.

Προσανατολισμός: Προσανατολισμός μιας επιφάνειας είναι η απόκλιση (σε μοίρες) από τον ηλιακό νότο, προς την κατεύθυνση είτε της ανατολής είτε της δύσης. Ο νότιος προσανατολισμός ενός κτιρίου είναι μία από τις βασικότερες αρχές της Βιοκλιματικής Αρχιτεκτονικής, ώστε να εξασφαλίζεται η μέγιστη ηλιακή πρόσβαση στο κτίριο.

Πτερωτή: Η έλικα η οποία ποικίλει ανάλογα με τον αριθμό πτερύγιων.

Πύργος στηρίξεως ο οποίος συμβάλει στη στήριξη της κατασκευής και αποτελείται από διάφορα κατασκευαστικά υλικά ανάλογα με το μέγεθος της ανεμογεννήτριας. Αν είναι μεγάλης κατηγόριας υπάρχει εγκατάσταση  εσωτερικής σκάλας η ανελκυστήρα.

Πυρηνική ενέργεια: Η πυρηνική ενέργεια παράγεται από τη διάσπαση ατόμων ουρανίου και πλουτώνιου. Παρόλο που στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχουν εκπομπές επιβλαβών αερίων, εγκυμονούν  σοβαροί κίνδυνοι για την υγεία αλλά και για το περιβάλλον. Ένα ενδεχόμενο ατύχημα σε πυρηνικές εγκαταστάσεις θα ελευθερώσει ραδιενεργό υλικό στην ατμόσφαιρα με καταστροφικά αποτελέσματα, αντίστοιχα με αυτά του Τσερνομπίλ. Ένα επίσης σοβαρό πρόβλημα είναι η ασφαλής αποθήκευση πυρηνικών αποβλήτων. Η πυρηνική διάσπαση δημιουργεί προϊόντα τα οποία παραμένουν επικίνδυνα ραδιενεργά για χιλιάδες χρόνια ενώ καθίσταται αδύνατο να εγγυηθεί κανείς την ασφαλή αποθήκευση των αποβλήτων αυτών για μια τόσο μεγάλη χρονική περίοδο.

 

 

Ρ

Ραδιενέργεια (φυσική): η αυτόματη εκπομπή σωματιδίων, όπως πυρήνες ηλίου (ακτίνες α) ή ηλεκτρονίων (ακτίνες β) ή ακόμη ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας (ακτίνες γ) από ορισμένα στοιχεία, όπως το ουράνιο-238 (U238) (ραδιενεργά στοιχεία) χωρίς να υπάρχει κάποια εξωτερική αιτία που τα αναγκάζει. Η εκπομπή ραδιενέργειας από ένα ραδιενεργό στοιχείο έχει σαν αποτέλεσμα τη μετατροπή του σε άλλο στοιχείο (μεταστοιχείωση).

Ρύπανση: Κάθε μεταβολή στα ποιοτικά ή στα ποσοτικά χαρακτηριστικά του αέρα, των νερών ή του εδάφους.

Ρυπαντές: Παράγοντες που διοχετεύονται στο περιβάλλον και ευθύνονται για τη ρύπανση. Σχετίζονται με ορισμένες χημικές ουσίες ή με ακτινοβολίες.

 

  Σ

Σύντηξη (πυρ.φυσ.): η συνένωση δυο ή περισσοτέρων ελαφρών ατομικών πυρήνων σε ένα πυρήνα μεγαλύτερης μάζας, που γίνεται συνήθως με θερμοπυρηνική αντίδραση και έκλυση μεγάλης ποσότητας ενέργειας.

Σχάση (πυρ.φυσ.): η αυτόματη ή τεχνητή διάσπαση των βαρέων ατομικών πυρήνων σε δύο θραύσματα συνήθως, με ταυτόχρονη έκλυση τεράστιας ποσότητας ενέργειας, κυρίως κινητικής.

 

 

Τ

Τηλεθέρμανση: η παροχή θέρμανσης με ειδικό δίκτυο αγωγών που μεταφέρουν νερό το οποίο θερμαίνεται σε λέβητες, συνήθως σε θερμοηλεκτρικά εργοστάσια, μακριά από το χώρο κατανάλωσης.

Τροφική αλυσίδα: Η αλληλουχία των οργανισμών, καθένας από τους οποίους αποτελεί τροφή για τον επόμενο.

Τροφικό επίπεδο: Η κατάταξη των παραγωγών και των καταναλωτών σε σύνολα ανάλογα με τη θέση που καταλαμβάνουν στο τροφικό πλέγμα.

Τρύπα του όζοντος: Όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την εξασθένιση της στιβάδας του όζοντος στην τροπόσφαιρα που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια κυρίως πάνω από τους πόλους.

 

 

Υ

Υβριδικά συστήματα: Είναι τα παθητικά συστήματα που κάνουν χρήση και μηχανικών μέσων των οποίων η λειτουργία απαιτεί συμβατική ενέργεια πολύ μικρότερη από αυτή που εξοικονομεί το ίδιο το υβριδικό σύστημα (πχ. ηλιακή καμινάδα με ανεμιστήρα κλπ.).

Υγραέριο: μίγμα υγροποιημένων υδρογονανθράκων, λόγω της υψηλής πίεσης στην οποία βρίσκονται, με κύρια συστατικά το προπάνιο και το βουτάνιο.

Υδατοκαλλιέργεια: εκτροφή υδρόβιων ζώων, κυρίως ψαριών (ιχθυοκαλλιέργεια), καθώς και η καλλιέργεια υδρόβιων φυτών π.χ. φυκιών.

Υδρόβιος:αυτός που ζει και αναπτύσσεται μέσα στο νερό· π.χ. "υδρόβιοι οργανισμοί".

Υδροηλεκτρική Ενέργεια: Στα υδροηλεκτρικά έργα η ενέργεια από την πτώση του νερού μετατρέπεται σε ηλεκτρική ενέργεια, με τη βοήθεια μιας τουρμπίνας. Παρόλο που στα υδροηλεκτρικά έργα δεν παράγονται επιβλαβή αέρια, στα μεγάλα φράγματα λαμβάνονται υπόψη και άλλες περιβαλλοντικές παράμετροι, όπως αντιπλημμυρικά έργα, η ποιότητα του ύδατος, καθώς επίσης και η επιρροή στην ζωή των ψαριών του ποταμού αλλά και των υπόλοιπων ζώων της περιοχής. Κατά συνέπεια, μόνο τα μικρής κλίμακας υδροηλεκτρικά (με δυναμικό λιγότερο των 30MW) θεωρούνται “πράσινα”, ενώ τα μεγάλης κλίμακας θεωρούνται απλώς “καθαρά”.

Υδρόσφαιρα: Το τμήμα της Γης που καλύπτεται από νερό κάθε μορφής.

Υδρόφυτα: 1. φυτά που ζουν και αναπτύσσονται μέσα στο νερό, τα υδρόβια, τα υδροχαρή φυτά 2. (με επέκτ.) τα φυτά που ευδοκιμούν σε υγρά εδάφη.

 

 

Φ

Φαινόμενο θερμοκηπίου: Όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την παρεμπόδιση αποβολής της θερμότητας από τη Γη στο διάστημα. Οφείλεται στις αυξημένες συγκεν-τρώσεις διοξειδίου του άνθρακα αλλά και διαφόρων ρυπαντών της ατμόσφαιρας.

Φυσικό αέριο ή γαιαέριο: μίγμα αερίων υδρογονανθράκων που βρίσκονται εγκλωβισμένα στο εσωτερικό της γης, με κύρια συστατικά το μεθάνιο, σε ποσοστό μέχρι 90%, μικρή ποσότητα άλλων κορεσμένων υδρογονανθράκων, καθώς επίσης και CO, CO2, H2, N2, και He. Πρόκειται για μια φτηνή και φιλική προς το περιβάλλον λύση, αλλά όχι ανανεώσιμη πηγή ενέργειας. Παρόλο που υπάρχουν αρκετά αποθέματα φυσικού αερίου για δεκαετίες, δεν παύουν να είναι πεπερασμένα, οπότε η τιμή τους πρόκειται να ανέβει, δεδομένης μάλιστα της σπανιότητάς τους. Η χρησιμοποίησή του παράγει βέβαια επιβλαβή αέρια, αλλά πολύ λιγότερα σε σχέση με άλλα συμβατικά καύσιμα.

Φωτοσύνθεση: η δέσμευση της φωτεινής ενέργειας και η μετατροπή της σε χημική με τη μεσολάβηση της χλωροφύλλης των φυτών. Με αυτόν τον τρόπον τα φυτά μετατρέπουν το H2O, το CO2 και τα ανόργανα άλατα σε οργανικές ενώσεις (υδατάνθρακες), απαραίτητες για τη θρέψη τους, απελευθερώνοντας ταυτόχρονα οξυγόνο.

Φωτοχημικό νέφος: Ο θερμός και γεμάτος από αέριους ρυπαντές και στερεά σωματίδια αέρας που εγκλωβίζεται πάνω από μια περιοχή.

 

  Χ

Χαλκοχύτης: Αυτός που έχει εργαστήριο επεξεργασίας χαλκού.